Ο ’’παγωμένος ώμος’’ αποτελεί μία σχετικά συχνή πάθηση που αφορά κυρίως άτομα ηλικίας 40-60 ετών, συχνότερα γυναίκες. Στο ¼ όλων των περιπτώσεων προσβάλλονται και οι δύο ώμοι του ασθενούς, συνήθως ο ένας μετά τον άλλον. Ιδιαίτερα συχνά προσβάλλονται άτομα με ενδοκρινολογικές διαταραχές, όπως είναι ο σακχαρώδης διαβήτης, ο υπο- ή υπερθυρεοειδισμός.
Στα άτομα με συμφυτική θυλακίτιδα περιορίζεται σημαντικά το εύρος κίνησης του ώμου με αποτέλεσμα να υπάρχει έντονη δυσκαμψία. Ο αρθρικός θύλακος φλεγμαίνει, προκαλώντας οξύ πόνο στον ασθενή. Η πάθηση είναι αυτοπεριοριζόμενη, δεν αποτελεί κίνδυνο για την ακεραιότητα της άρθρωσης, αλλά είναι δυνατόν ο έντονος πόνος και η σημαντική δυσκαμψία να ταλαιπωρήσουν τον πάσχοντα για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, από 6 μήνες έως και 2 χρόνια.
Η εξέλιξη της πάθησης διακρίνεται σε 3 στάδια:
1ο στάδιο – στάδιο του πόνου: πόνος, ιδιαίτερα τη νύχτα, χωρίς σημαντικό περιορισμό της κίνησης
2ο στάδιο – στάδιο της δυσκαμψίας: ο έντονος πόνος υποχωρεί ενώ το εύρος κίνησης του ώμου μειώνεται σημαντικά
3ο στάδιο – στάδιο της αποδρομής: ο πόνος υποχωρεί τελείως και οι κινήσεις του ώμου βελτιώνονται.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Κατά την κλινική εξέταση είναι εμφανές το γεγονός ότι οι ενεργητικές και παθητικές κινήσεις του ώμου ειναι επώδυνες και το εύρος κίνησης πολύ περιορισμένο σε σχέση με την υγιή πλευρά.
Πώς αντιμετωπίζεται η πάθηση;
Η θεραπεία είναι είτε συντηρητική είτε χειρουργική (αρθροσκοπική). Η συντηρητική αγωγή είναι συνήθως χρονοβόρα και περιλαμβάνει τη λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, τη φυσικοθεραπεία, τις ενδοαρθρικές εγχύσεις κορτιζόνης ή τη λήψη κορτικοστεροειδούς από το στόμα. Σε περίπτωση εμμονής των συμπτωμάτων παρόλη τη συντηρητική θεραπεία ενδείκνυται η αρθροσκοπική λύση των συμφύσεων. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η άμεση κινητοποίηση της ἀρθρωσης και η υποχώρηση των συμπτωμάτων.