Μια απλή και ανώδυνη εξέταση με μεγάλη σημασία για το μωρό σας
Στο παρελθόν η καθυστερημένη διάγνωση της αναπτυξιακής δυσπλασίας του ισχίου (παλαιότερα γνωστή ως συγγενές εξάρθρημα ισχίου) οδήγησε πολλά παιδιά στην αναπηρία. Σήμερα η κλινική εξέταση του βρέφους συνοδεύεται με απεικόνιση την οποία προσφέρουν οι υπέρηχοι. Οι σύγχρονες συσκευές υπερήχων έχουν άριστη διακριτική ικανότητα και δίνουν διαγνωστικές εικόνες χωρίς να θέτουν το βρέφος σε κίνδυνο έκθεσης σε ακτινοβολία. Παράλληλα η εξέταση αυτή έχει μικρή διάρκεια, χαμηλό κόστος και είναι ένα πολύ καλό εργαλείο στα χέρια ενός εξειδικευμένου Ορθοπαιδικού παίδων.
Πόσο όμως πρέπει να τρομάζουμε όταν ακούμε από τον Παιδίατρο ότι το παιδί έχει «σφικτά» ή «χαλαρά ισχία», ακούει κάποιο «κλικ» ή παρουσιάζει μια ασυμμετρία στις δερματικές πτυχές;
«Αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να μας πανικοβάλλει. Πολύ σωστά το επισημαίνουν οι Παιδίατροι και φυσικά δεν πρέπει να το αγνοήσουμε. Τα νεογνά κατά την γέννησή τους μπορεί να παρουσιάζουν κάποια διαταραχή στην άρθρωση του ισχίου και γι αυτό χρειάζεται η συμβουλή κάποιου Ορθοπαιδικού με εμπειρία στα παιδιά οποίος πρέπει να εξετάσει το παιδί κλινικά και υπερηχογραφικά και να αποκλείσει ότι υπάρχει θέμα αναπτυξιακής δυσπλασίας του ισχίου. Με τον όρο αυτό περιγράφεται ένα φάσμα διαταραχών της άρθρωσης του ισχίου του νεογνού, με διαφορετική βαρύτητα. Έτσι, μπορεί να υπάρχει ανωριμότητα στη διαμόρφωση και το βάθος της κοτύλης (της αρθρικής επιφάνειας στη λεκάνη) ή δυσπλασία όπως συνήθως λέμε, αλλά μπορεί να υπάρχει εξάρθρημα του ισχίου, που είναι μια πιο σοβαρή κατάσταση και θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στο παιδί αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα. Όπως και να έχει οι καταστάσεις αυτές είναι αντιμετωπίσιμες και δεν αφήνουν προβλήματα όταν ανακαλυφθούν γρήγορα, μέσα στο πρώτο 6μηνο της ζωής του παιδιού. Τα προβλήματα δημιουργούνται και η πρόγνωση χειροτερεύει όταν η διάγνωση γίνει καθυστερημένα».
Πόσο συχνά παρουσιάζονται αυτές οι διαταραχές και σε ποια βρέφη;
«Η αναπτυξιακή δυσπλασία του ισχίου είναι η πιο κοινή διαταραχή του ισχίου στα νεογνά και όπως ήδη είπαμε είναι διαφορετικής βαρύτητας. Έτσι 1 παιδί στα 100 γεννιέται με δυσπλασία του ισχίου (αυτό σημαίνει πιθανότητα 1%), αλλά μόλις 1 παιδί στα 1.000 με εξάρθρημα του ισχίου (δηλαδή πιθανότητα 0,1%). Υπάρχει διαφορά στα δύο φύλα, με το πρόβλημα να παρουσιάζεται κυρίως στα κορίτσια. Σύμφωνα με την διεθνή αλλά και την ελληνική σύγχρονη αρθρογραφία το 80% των παιδιών που πάσχουν είναι κορίτσια. Η στατιστικές μας λένε επίσης ότι οι πιθανότητες είναι περισσότερες στα πρωτότοκα βρέφη και σε αυτά που βρίσκονται σε ισχιακή προβολή. Επίσης, προδιαθεσικοί παράγοντες για την εμφάνιση αυτών των προβλημάτων είναι το θετικό οικογενειακό ιστορικό και το ολιγοϋδράμνιο κατά την κύηση».
Όλα τα παιδιά χρειάζονται υπερηχογράφημα; Δηλαδή, οι υπέρηχοι πώς βοηθούν στη διάγνωση;
«Πιστεύω ότι κάθε έμπειρος Ορθοπαιδικός Παίδων μπορεί να καταλάβει ένα εξαρθρωμένο ισχίο με πολύ μεγάλο ποσοστό αξιοπιστίας. Η υπερηχογραφική εξέταση με την εικόνα που δίνει έρχεται να συμπληρώσει την κλινική εξέταση και να βοηθήσει το ποσοστό αυτό να φτάσει στο 100%. Επιπλέον αναδεικνύει όλες εκείνες τις καταστάσεις με δυσπλασία ή με καθυστέρηση της ανάπτυξης οι οποίες τελικά είναι και πιο συχνές. Επίσης, ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα των υπερήχων είναι ότι αναδεικνύουν την κοτύλη και τη σχέση της με το μηριαίο οστούν του βρέφους πολύ νωρίτερα (η ακτινογραφία είναι αξιόπιστη μετά τους πρώτους 4 μήνες ζωής) χωρίς τον κίνδυνο της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας. Τέλος, οι υπέρηχοι αποτελούν ένα πολύτιμο εργαλείο για την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας του παιδιού που χρειάζεται να αντιμετωπιστεί με χρήση κηδεμόνα. Είναι μια εξέταση που διαρκεί 1 λεπτό περίπου, δεν είναι επεμβατική, δίνει άμεσο αποτέλεσμα και δεν προκαλεί πόνο στο παιδί, ενώ μπορεί να επαναληφθεί όσες φορές χρειάζεται».
Πότε πρέπει να γίνεται το υπερηχογράφημα;
«Όσο πιο γρήγορα πραγματοποιηθεί η εξέταση, τόσο πιο άμεση θα είναι η διάγνωση και η αντιμετώπιση του προβλήματος που τυχόν υπάρχει. Το υπερηχογράφημα μπορεί να γίνει αμέσως μετά τη γέννηση του νεογνού μέχρι και την ηλικία των τεσσάρων μηνών. Μετά από αυτή την ηλικία το παιδί αξιολογείται με ακτινογραφία. Συνήθως γίνεται μέσα στον πρώτο μήνα της ζωής. Γενικά, οι πρώτες 6 εβδομάδες είναι σημαντικές για την ανάπτυξη της άρθρωσης του ισχίου. Τόσο η ηπιότερη μορφή της αναπτυξιακής δυσπλασίας, όσο και η βαρύτερη μορφή της, που είναι το εξάρθρημα εάν διαγνωστούν εγκαίρως είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν συντηρητικά ή χειρουργικά, ανάλογα με την βαρύτητα του προβλήματος και να υπάρχει θεραπεία του προβλήματος και φυσιολογική ανάπτυξη της άρθρωσης».
O Υπερηχογραφικός έλεγχος του νεογνικού ισχίου κατά Graf: συμβολή στην εξάλειψη του Συγγενούς Εξαρθρήματος του Ισχίου
Ο όρος Συγγενές Εξάρθρημα του Ισχίου δεν περιγράφει επαρκώς το παθολογικό ισχίο του νεογνού. Και αυτό γιατί η απουσία του εξαρθρήματος του ισχίου δεν σημαίνει υγιές ισχίο. Ο όρος Συγγενές Εξάρθρημα περιγράφει μόνο τις ακραίες παθολογικές καταστάσεις του νεογνικού ισχίου, όπου η μηριαία κεφαλή αμέσως μετά τη γέννηση είναι εξαρθρωμένη ή εξαρθρώνεται με χειρισμούς του εξεταστή.
Τι συμβαίνει όμως με τις περιπτώσεις μη εξαρθρωμένου αλλά σαφώς παθολογικού ισχίου, το οποίο θα οδηγήσει με μαθηματική βεβαιότητα σε πρώιμη ανάπτυξη οστεοαρθρίτιδας στον νεαρό ενήλικα και θα τον υποχρεώσει σε ολική αντικατάσταση του ισχίου του (αρθροπλαστική);
Επομένως ο όρος Συγγενές Εξάρθρημα θα πρέπει να αναθεωρηθεί, ώστε να συμπεριλάβει και τις υποκλινικές αρχικά περιπτώσεις παθολογικού αλλά μη εξαρθρωμένου κατά τη γέννηση ισχίου, που αποτελούν το γνωστό μας δυσπλαστικό ισχίο.
Εξάλλου, μπορεί η γέννηση σαν γεγονός και ιδιαίτερα οι τελευταίες εβδομάδες της κύησης να αποτελούν σημαντικό παράγοντα στην παθολογική εξέλιξη μιας κοτύλης (1), κυρίως ως παράγοντες που ευθύνονται για τη δημιουργία συνθηκών έλλειψης χώρου στο προοδευτικά αυξανόμενο έμβρυο με τελική συνέπεια την άσκηση παθολογικών πιέσεων στα ισχία του, ωστόσο η εξελισσόμενη και μετά τη γέννηση μορφολογία της κοτύλης, καθώς επηρεάζεται από εξωγενείς μηχανικούς παράγοντες, επιβάλλει την υιοθέτηση άλλης ορολογίας και όχι του όρου «συγγενές» για την περιγραφή της νόσου.
Γι’ αυτό το λόγο η πάθηση του νεογνικού ισχίου αποδίδεται πιο σωστά από τον όρο «Αναπτυξιακή Νόσος του Ισχίου» (ΑΝΙ) ή Developmental Disease of the Hip (DDH) και έτσι θα αναφέρεται στη συνέχεια.
Έτσι, όταν μιλάμε για ΑΝΙ, αναφερόμαστε στην παθολογική ανάπτυξη του ισχίου, η οποία χρονικά μπορεί να εγκατασταθεί κατά την ενδομήτρια ζωή, την περιγεννητική και τη νεογνική περίοδο και εφ’ όσον δεν αντιμετωπιστεί, επιδεινώνεται καθ’ όλη τη διάρκεια ανάπτυξης του ισχίου στην παιδική ηλικία.
2. Η φυσική ιστορία της μη θεραπευμένης Αναπτυξιακής Νόσου του Ισχίου:
Η φυσική ιστορία μιας καθυστερημένα διαγνωσμένης και θεραπευμένης αμφοτερόπλευρης ΑΝΙ και οι συνέπειες αυτής της καθυστέρησης παρουσιάζονται στις εικόνες 1-4.
Η ασθενής υπεβλήθη καθυστερημένα σε ανοικτή ανάταξη ισχίων άμφω σε ηλικία 5 ετών (εικόνα 1). Στην εικόνα 2 φαίνονται τα αναταγμένα αλλά σαφώς παθολογικά ισχία. Στην εικόνα 3 τα ισχία παρουσιάζουν εικόνα πρώιμης οστεοαρθρίτιδας ενώ στην εικόνα 4 η ασθενής πάσχει από βαριά οστεοαρθρίτιδα των ισχίων άμφω με άλγος ηρεμίας. Η πραγματοποίηση ολικών αντικαταστάσεων αμφότερων των ισχίων είναι μονόδρομος.
- Αιτιολογία της Αναπτυξιακής Νόσου του Ισχίου:
Η αιτιολογια της ΑΝΙ είναι άγνωστη. Ωστόσο υπάρχουν παράγοντες που σχετίζονται με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης της νόσου, όπως το θετικό οικογενειακό ιστορικό, ισχιακή προβολή, πολύτοκος κύηση, θήλυ νεογνό, ολιγοϋδράμνιο.
Το παραδοσιακό φάσκιωμα έχει επίσης ενοχοποιηθεί ως παράγοντας επιδείνωσης ενός αρχικά παθολογικού ισχίου ενώ θα μπορούσε να αποτελεί ακόμα και αίτιο εκτροπής από τη φυσιολογική ανάπτυξη ενός αρχικά φυσιολογικού νεογνικού ισχίου!
- Η παθολογοανατομική εικόνα της Αναπτυξιακής Νόσου του Ισχίου:
Στην Αναπτυξιακή Νόσο πάσχουν και τα τρία συστατικά του ισχίου: κοτύλη – μηριαία κεφαλή – μηριαίος αυχένας.
Η κοτύλη είναι αβαθής, ο χόνδρος της οροφής της κοτύλης απωθείται εκτός της φυσιολογικής θέσης του, η μηριαία κεφαλή μπορεί να παρουσιάσει καθυστερημένη ανάπτυξη και επιπέδωση, ενώ διαταράσσεται προοδευτικά η ομαλή εφαρμογή της στην κοτύλη, ο αρθρικός θύλακος σε παραμελημένες περιπτώσεις εξαρθρωμένου ισχίου αποκτά κλεψυδροειδή μορφή εμποδίζοντας την ανάταξη της μηριαίας κεφαλής. Τέλος ο μηριαίος αυχένας παρουσιάζει αυξημένη πρόσθια στροφή (anteversion) και είναι υποπλαστικός
5. Πώς διαγιγνώσκεται η Αναπτυξιακή Νόσος του Ισχίου;
Η διάγνωση της ΑΝΙ παλαιότερα, αλλά δυστυχώς ακόμα σε μεγάλο βαθμό στη χώρα μας, στηριζόταν στην κλινική εξέταση και στον κλασσικό ακτινολογικό έλεγχο.
Παθολογικά ευρήματα κατά την κλινική εξέταση αποτελούν η ανισοσκελία, η ασυμμετρία των δερματικών πτυχών του μηρού, η ασυμμετρία κατά την απαγωγή του ισχίου και τέλος οι παθολογικές δοκιμασίες πρόκλησης ή ανάταξης εξαρθρήματος, τα γνωστά σημεία Barlow και Ortolani (εικόνα 6).
Ήδη φαίνεται η αδυναμία της κλινικής εξέτασης από το γεγονός ότι στηρίζεται στη σύγκριση του πάσχοντος με ένα φυσιολογικό ετερόπλευρο ισχίο. Σε περίπτωση όμως αμφοτερόπλευρου εξαρθρήματος τα εξεταζόμενα άκρα δεν παρουσιάζουν διαφορά και συνεπώς τα αμφοτερόπλευρα παθολογικά ισχία μπορεί να μην διαγνωστούν!
Οι δοκιμασίες Barlow και Ortolani, ενώ όταν υπάρχουν βάζουν σαφώς τη διάγνωση ενός βαρέος πάσχοντος ισχίου, ωστόσο παύουν να εκλύονται εντός ολίγων εβδομάδων από τη γέννηση, λόγω ανάπτυξης ρικνώσεων των μαλακών μορίων και του αρθρικού θυλάκου, παρεμβολής του τένοντα του λαγονοψοΐτη κλπ. Αυτό έχει σαν συνέπεια να χάνονται οι υποκλινικές περιπτώσεις παθολογικών ισχίων, οι οποίες είναι και οι πιο συχνές.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ ότι ένα ισχίο που παρουσιάζει φυσιολογική κινητικότητα και σταθερότητα μπορεί να πάσχει από ΑΝΙ, δηλαδή μπορεί, εφόσον δεν θεραπευτεί, να οδηγήσει στην ανάπτυξη πρώιμης οστεοαρθρίτιδας στην ενήλικο ζωή.
Επομένως η κλινική εξέταση μπορεί να διαγνώσει με σχετική ασφάλεια μόνο τις ακραία παθολογικές περιπτώσεις ΑΝΙ.
Ο ακτινολογικός έλεγχος των ισχίων είναι αποτελεσματικός και αξιόπιστος όταν εμφανιστεί ο πυρήνας οστέωσης της μηριαίας κεφαλής, κάτι που συνήθως γίνεται τον 4ο μήνα μετά τη γέννηση. Τότε μπορούν να γίνουν λεπτομερείς ακτινολογικές μετρήσεις, και επομένως τότε θα αρχίσει και η οποιαδήποτε θεραπεία (εικόνα 7).
Επομένως για την παραδοσιακή μέθοδο διάγνωσης – άρα και θεραπείας – της ΑΝΙ ισχύουν τα εξής:
- Ένα ισχίο που εξαρθρώνεται κατά τη γέννηση θα διαγνωστεί και θα θεραπευτεί.
- Εάν δεν εξαρθρώνεται και υπάρχουν κάποια παθολογικά ευρήματα, θα παρακολουθηθεί – και ακτινολογικά! – μέχρι η οστική του ηλικία να επιτρέψει ακριβείς ακτινολογικές μετρήσεις, κάτι που θα γίνει περίπου τον 4ο μήνα, με την εμφάνιση του πυρήνα οστέωσης της μηριαίας κεφαλής. Δηλαδή η θεραπεία ενός σταθερού αλλά παθολογικού ισχίου θα αρχίσει το νωρίτερο τον 4ο μήνα, γιατί τότε θα έχει επιβεβαιωθεί η διάγνωση.
- Εάν τέλος έχουμε ένα σταθερό αλλά παθολογικό ισχίο, χωρίς άλλα παθολογικά ευρήματα ή θετικό οικογενειακό ιστορικό, αυτό το ισχίο το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα διαγνωστεί ποτέ, μέχρι να αναπτύξει πρώιμη οστεοαρθρίτιδα του ισχίου κατά τη νεαρή ενήλικο ζωή.
Η παραδοσιακή κλινική εξέταση και ο ακτινολογικός έλεγχος ουσιαστικά διαγιγνώσκουν και οδηγούν σε θεραπεία μικρό αριθμό του συνόλου των πασχόντων ισχίων, δηλαδή μόνο όσα είτε είναι ήδη εξαρθρωμένα είτε εξαρθρώνονται κατά τη γέννηση ή διαπιστώνονται κατά τύχη λόγω αυξημένης προσοχής ή και ανασφάλειας του θεράποντος ιατρού.
Ως προς το χρόνο έναρξης της θεραπείας, εάν εξαιρεθούν τα εξ’ αρχής εξαρθρωμένα ή εξαρθρώσιμα ισχία, στα οποία η θεραπεία θα αρχίσει έγκαιρα, τα υπόλοιπα (σταθερά αλλά δυσπλαστικά ισχία), εφόσον διαγνωστούν, ξεκινούν την θεραπεία συνήθως μετά τον 4ο μήνα. Μήπως όμως έτσι χάνεται πολύτιμος χρόνος για τη θεραπεία;
Τέλος, η έκθεση του βρέφους σε ιοντίζουσα ακτινοβολία κατά τη διάγνωση και κατά την παρακολούθηση της θεραπείας αποτελεί πρόσθετο αρνητικό στοιχείο της παραδοσιακής μεθόδου διάγνωσης.
Ο υπερηχογραφικός έλεγχος του νεογνικού ισχίου ανατρέπει εντελώς τα παραπάνω, τόσο ως προς την πρωιμότητα της διάγνωσης άρα και έναρξης θεραπείας, όσο και ως προς το ότι αποκαλύπτει όλο το φάσμα των παθολογικών ισχίων και όχι μόνο των ακραίων παθολογικών που διαπιστώνει άμεσα η κλινική εξέταση ή τυχαία ο όψιμος ακτινολογικός έλεγχος. Επιπρόσθετα ο υπερηχογραφικός έλεγχος δεν έχει τον κίνδυνο της ιοντίζουσας ακτινοβολίας.
6. Ιστορική αναδρομή της εξέτασης του νεογνικού ισχίου με υπερήχους κατά Graf (Sonographie der Säuglingshüfte):
Ποιο τμήμα του νεογνικού ισχίου αποτελείται από υαλοειδή χόνδρο;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η υπερηχογραφική εξέταση του νεογνικού ισχίου.
Ο καθηγητής Reinhard Graf , Χειρουργός Ορθοπεδικός στο Νοσοκομείο Stolzalpe της Αυστρίας, στις αρχές της 10ετίας του ’80 άρχισε να πειραματίζεται με τον υπέρηχο στα ισχία της νεογέννητης κόρης του. Αυτή η αρχική περιέργεια, βασιζόμενη στη γνώση ότι το κεντρικό άκρο του νεογνικού μηριαίου οστού (μηριαία κεφαλή, αυχένας, μεγάλος τροχαντήρας) καθώς και μέρος της οροφής της κοτύλης αποτελούνται από υαλοειδή χόνδρο, ο οποίος ως μαλακός ιστός (εικόνα 8), μπορεί να διαπεραστεί από υπερήχους και να δώσει αντανακλάσεις, οδήγησε, μετά από επίπονη μελέτη, σε αυτό που σήμερα γνωρίζουμε ως υπερηχογράφημα του νεογνικού ισχίου κατά Graf (2).
- Παθοφυσιολογία της Αναπτυξιακής Νόσου του Ισχίου:
Η εύπλαστη νεογνική κοτύλη αποτελείται από οστέινη και χόνδρινη οροφή. Το εάν η προοδευτική 2ογενής οστεοποίηση της χόνδρινης οροφής θα αναπτυχθεί προς φυσιολογική ή παθολογική κατεύθυνση, θα καθοριστεί από εξωγενείς μηχανικούς παράγοντες, οι οποίοι δρουν από το τέλος της ενδομήτριας ζωής, την περιγεννητική περίοδο και την νεογνική και βρεφική περίοδο.
Έχει διαπιστωθεί ότι περίπου μέχρι την 6η εβδομάδα μετά τη γέννηση η κοτύλη ακολουθεί μια ταχεία γραμμική φυσιολογική πορεία ωρίμανσης (Reifungskurve). Μετά την 6η εβδομάδα ο ρυθμός εξέλιξης της μορφολογίας της κοτύλης επιβραδύνεται (3).
Επομένως η 6η εβδομάδα αποτελεί την ιδανική στιγμή για τη διάγνωση και την έναρξη θεραπείας ενός παθολογικά αναπτυσσόμενου ισχίου.
- Τεχνική της υπερηχογραφικής εξέτασης του νεογνικού ισχίου
Προσπάθεια του καθηγητή Graf είναι η υπερηχογραφική εξέταση του νεογνικού ισχίου να εκτελείται υπό όσο το δυνατό πρότυπες συνθήκες, πράγμα που αυξάνει την αξιοπιστία και την επαναληψιμότητα της εξέτασης.
Το νεογνό τοποθετείται σε πλάγια θέση (εικόνα 9), διαδοχικά για κάθε ισχίο. Καλό είναι να χρησιμοποιείται η ειδική «κούνια», μέσα στην οποία θα τοποθετηθεί το νεογνό. Η κούνια αυτή διαθέτει βραχίονα, πάνω στον οποίο σταθεροποιείται η ειδική κεφαλή του υπερήχου. Η κεφαλή του υπερήχου φέρεται πάντα κάθετα πάνω στο ισχίο του νεογνού.
Προσοχή: εάν δεν ληφθεί η σωστή τομή (υπερηχογραφική εικόνα) δεν είναι δυνατή η μελέτη του ισχίου κατά Graf. Για να καταλάβουμε την αντιστοιχία ας αναλογιστούμε εάν θα ήταν δυνατό να μετρήσουμε τη γωνία Cobb μιας σκολιωτικής σπονδυλικής στήλης, εάν δεν έχουμε κατά μέτωπο ακτινογραφία σπονδυλικής στήλης, αλλά πχ λοξή!
Ο ειδικός εξοπλισμός βεβαίως δεν αρκεί. Απαιτείται επίμονη εξάσκηση στη λήψη της σωστής υπερηχογραφικής εικόνας. Για έναν έμπειρο εξεταστή η διαδικασία δεν διαρκεί πάνω από 20-30 sec ανά ισχίο.
- Η υπερηχογραφική εικόνα του νεογνικού ισχίου:
Εφόσον εκτελεστεί σωστά, η υπερηχογραφική εικόνα του ισχίου που θα πάρουμε θα είναι περίπου όπως αυτή που βλέπουμε στην εικόνα 10.
Εφ’ όσον ληφθεί στο σωστό επίπεδο (Standard Plane κατά Graf) ουσιαστικά αποτελεί το αντίστοιχο μιας κατά μέτωπο ακτινογραφίας του νεογνικού ισχίου, με το επιπρόσθετο πλεονέκτημα των υπερήχων, δηλαδή την απεικόνιση μαλακών μορίων.
Η επεξήγηση των ανατομικών στοιχείων που βλέπουμε στην εικόνα 10 αποτυπώνεται στην εικόνα 11.
Η διαπίστωση των ανατομικών στοιχείων καθώς και η εφαρμογή κριτηρίων που πιστοποιούν ότι έχουμε πάρει τη σωστή υπερηχογραφική τομή είναι απαραίτητη πριν προχωρήσουμε στις μετρήσεις κατά Graf.
Είναι αξιοθαύμαστη η αυστηρότητα με την οποία ο καθηγητής Graf επιμένει στο πρώτο αυτό βήμα της εξέτασης, έχοντας καθορίσει δυο λίστες κριτηρίων που πρέπει και οι δύο να εκπληρωθούν, προκειμένου η υπερηχογραφική εικόνα να είναι κατάλληλη για την πραγματοποίηση μετρήσεων. Πρόκειται για την ανατομική λίστα (anatomic checklist) και τη λίστα χρησιμότητας (useability checklist) της υπερηχογραφικής εικόνας.
Η ανατομική λίστα: αναζητάμε τα ακόλουθα ανατομικά στοιχεία του ισχίου:
- Chondroosseous border (Όριο χόνδρου – οστού του άνω πέρατος του μηριαίου)
- Femoral head (Μηριαία κεφαλή)
- Synovial fold (Υμενική πτυχή)
- Joint capsule (Αρθρικός θύλακος)
- Labrum (επιχείλιος χόνδρος της κοτύλης)
- Hyaline cartilage roof (χόνδρινη οροφή κοτύλης)
- Bony roof (οστέινη οροφή κοτύλης)
- Bony rim (concavity – convexity, Σημείο καμπής, όριο οστέινης οροφής της κοτύλης)
Η λίστα χρησιμότητας της εξέτασης περιγράφει 3 σημεία, τα οποία εάν διαπιστώσουμε στην υπερηχογραφική τομή, ξέρουμε ότι αυτή απεικονίζει το σωστό επίπεδο της κοτύλης, το οποίο ενδείκνυται για την πραγματοποίηση μετρήσεων κατά Graf (standard plane- ένα επίπεδο ορίζεται από 3 σημεία). Τα σημεία αυτά είναι:
- Lower limb: Κατώτερο σκέλος του λαγόνιου οστού, το οποίο συμμετέχει στον τριακτινωτό χόνδρο.
- Plane: πτέρυγα λαγονίου, πρέπει να είναι κάθετη προς την δέσμη των υπερήχων.
- Labrum: επιχείλιος χόνδρος
Εάν η εικόνα δεν ικανοποιεί και τις δυο λίστες κριτηρίων, τότε είναι άχρηστη και η εξέταση δεν έχει πραγματοποιηθεί σωστά, (με μία μόνο εξαίρεση: την παρουσία εξαρθρήματος, όπου στην ανατομική λίστα «λείπει»! η μηριαία κεφαλή).
- Η πλαστικότητα του εξελισσόμενου νεογνικού ισχίου
Βάσει της υπερηχογραφικής εικόνας το ισχίο θα ταξινομηθεί προσωρινά σε τέσσερις τύπους, όπως φαίνεται στην εικόνα 12. Η εικόνα 12 απεικονίζει ουσιαστικά την πλαστικότητα του εξελισσόμενου νεογνικού ισχίου.
Και εδώ φαίνεται για άλλη μια φορά το μεγαλείο της υπερηχογραφικής εξέτασης στην κατανόηση της εξέλιξης του νεογνικού ισχίου: Κάθε νεογνό έχει κατά τη γέννησή του κοτύλη με μία από τις μορφολογίες I – IV. Ο τύπος Ι είναι η φυσιολογική κοτύλη. Εφόσον το νεογνό γεννηθεί με παθολογική κοτύλη (τύποι II, III, IV), η κοτύλη αυτή θα πρέπει (αυτόματα ή με θεραπευτικά μέσα) να εξελιχθεί προς την κατεύθυνση της φυσιολογικής κοτύλης, δηλαδή να γίνει τύπου Ι.
- Η μέτρηση των γωνιών της κοτύλης – υπερηχογραφικοί τύποι της νεογνικής κοτύλης:
Το δεύτερο βήμα της εξέτασης είναι η μέτρηση των γωνιών της κοτύλης α και β κατά Graf. Οι γωνίες αυτές σχηματίζονται μεταξύ των γραμμών που σχεδιάζουμε πάνω στην υπερηχογραφική εικόνα (εικόνα 13).
Οι γραμμές αυτές είναι:
- η βασική γραμμή (base line): παράλληλα με την υπερηχογραφική σκιά του λαγόνιου οστού.
- η γραμμή της οστέινης οροφής της κοτύλης (acetabular roof line): ξεκινά από το κάτω σκέλος του λαγόνιου οστού και εφάπτεται στην οστέινη οροφή της κοτύλης.
- η γραμμή της χόνδρινης οροφής της κοτύλης (cartilage roof line): συνδέει το bony rim με το κέντρο του επιχείλιου χόνδρου.
Η γωνία α σχηματίζεται μεταξύ της base line και της acetabular roof line και αντιπροσωπεύει την οστέινη οροφή της κοτύλης. Η γωνία β σχηματίζεται μεταξύ της base line και της cartilage roof line και αντιπροσωπεύει την χόνδρινη οροφή.
O Graf, βάσει των γωνιών αυτών ταξινομεί τη νεογνική κοτύλη σε τέσσερις βασικούς τύπους, με διάφορες υποπεριπτώσεις (πίνακας 1).
Συνοπτικά οι τιμές των γωνιών α και β και η κατάταξη των τύπων ισχίου φαίνονται στο υπερηχόμετρο (sonometer), (εικόνα 14).
Το φυσιολογικό ισχίο, δηλαδή το ισχίο τύπου Ι είναι το ισχίο στο οποίο η γωνία α είναι ≥60º.
Κάθε μικρότερη τιμή γωνίας α είναι παθολογική. Μικρότερη γωνία α, μέχρι κάποιου βαθμού (50º) μπορεί να μην θεωρηθεί παθολογική, εφόσον το νεογνό είναι μικρότερο των 3 μηνών (φυσιολογικά ανώριμο ισχίο). Μετά την ηλικία αυτή όμως θεωρείται παθολογική.
- Η Θεραπεία της Αναπτυξιακής Νόσου του Ισχίου
Η θεραπεία της ΑΝΙ βασιζόμενη στην υπερηχογραφική εξέταση κατά Graf αποτελείται από 3 βήματα: ανάταξη (reduction), συγκράτηση (retention) και ωρίμανση (maturation) της κοτύλης, όπως αναγράφεται συνοπτικά στον πίνακα 2.
Η πιο κατάλληλη μέθοδος αντιμετώπισης είναι ο οσφυομηροκνημικός κηδεμόνας (hip spica, εικόνα 15).
Εικόνα 16: η εφαρμογή οσφυοϊσχιομηροκνημικού κηδεμόνα (hip spica)
- Πότε σταματά η θεραπευτική παρέμβαση σε πάσχοντα ισχία;
Όταν η γωνία α γίνει ≥60º, δηλαδή το ισχίο μετατραπεί σε ισχίο τύπου Ι κατά Graf.
Εάν η θεραπεία δεν άρχισε έγκαιρα, και έχει εμφανιστεί ο πυρήνας οστέωσης της μηριαίας κεφαλής, η παρακολούθηση θα βασιστεί αναγκαστικά σε απλές ακτινογραφίες της λεκάνης, όπου αντί για τη γωνία α θα χρησιμοποιήσουμε τη συμπληρωματική της γωνία, που αποτελεί τον λεγόμενο κοτυλιαίο δείκτη (acetabular index, εικόνα 7).
Ωστόσο δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε ακόμα και επί φυσιολογικού κατά Graf ισχίου, καθ’ ότι αυτό μπορεί να επιδεινωθεί, εφόσον ασκηθούν στο ισχίο παθολογικές δυνάμεις, ιδιαίτερα όσο μικρότερο ηλικιακά είναι το βρέφος (1). Τα ισχία του βρέφους πρέπει να βρίσκονται στη θέση αναπαύσεως (ελαφρά απαγωγή, κάμψη, Salter’s human position) κατά τη μεταφορά του ή κατά τη διάρκεια του ύπνου.
- Αξιολόγηση του υπερηχογραφήματος του νεογνικού ισχίου κατά Graf:
Για ποιο λόγο η Αναπτυξιακή Νόσος του Ισχίου (DDH) έχει τόση σημασία ώστε η πρώιμη διάγνωσή της με υπέρηχο να καθίσταται επιτακτική;
Οι λόγοι είναι πολλαπλοί:
Σημαντικότατη είναι η αποφυγή μιας σοβαρής αναπηρίας για τον πάσχοντα, ο οποίος, εφόσον δεν διαπιστωθεί η νόσος, θα πρέπει να υποβληθεί σε ολική αντικατάσταση του ισχίου του σε σχετικά νεαρή ηλικία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον εργασιακό και κοινωνικό βίο του.
Ακόμα πιο σημαντικό όμως για τα οικονομικά του συστήματος υγείας είναι το γεγονός ότι η ΑΝΙ αποτελεί μια από τις συχνότερες παθήσεις του νεογνού. Υπολογίζεται ότι η συχνότητά της στις κεντροευρωπαϊκές χώρες ανέρχεται στο 2,5% των γεννήσεων.
Εξάλλου η συχνότητα των ολικών αντικαταστάσεων (αρθροπλαστικών) του ισχίου που οφείλεται σε ΑΝΙ ανέρχεται σε 9-10% του συνόλου.
Επομένως η ΑΝΙ αποτελεί μια αρκετά συχνή πάθηση. Για να έχουμε μια συγκριτική εικόνα, ας λάβουμε υπόψιν ότι 2-3% είναι και η συχνότητα της Εφηβικής Ιδιοπαθούς Σκολίωσης. Η ΑΝΙ δηλαδή δεν είναι κάποια σπάνια πάθηση και δεν πρέπει να υποεκτιμάται.
Η παραδοσιακή κλινική εξέταση δεν είναι αξιόπιστη και αυτό έχει φανεί από διάφορες μελέτες . Χαρακτηριστική είναι η μελέτη των Akman και συν., στην οποία διαπιστώθηκε ότι μετά τον έλεγχο κλινικά και υπερηχογραφικά των ισχίων 403 νεογνών, μόνο 1 είχε παθολογική κλινική εξέταση, ενώ 14 είχαν παθολογική υπερηχογραφική εικόνα. Δηλαδή, με βάση την παραδοσιακή εξέταση θα υποβαλλόταν σε κάποια θεραπεία μόνο 1 παιδί, ενώ με βάση τον υπέρηχο του ισχίου θεραπεύτηκαν 14 παιδιά .
Η άποψη ότι βάσει του υπερήχου θα οδηγηθούμε σε υπερθεραπεία (overtreatment) δεν ευσταθεί . Ο υπερηχογραφικός έλεγχος του ισχίου οδήγησε σε πληρέστερη κατανόηση του παθολογικά εξελισσόμενου ισχίου. Διακρίνοντας το πλήρες φάσμα της παθολογίας, εννοείται ότι αναγνωρίστηκαν περισσότερες παθολογικές καταστάσεις, οι οποίες επιδέχονται κάποια θεραπεία. Έτσι μολονότι περισσότερα, ωστόσο θεραπεύονται τα πραγματικά πάσχοντα ισχία βάσει αξιόπιστων κριτηρίων. Παράλληλα μειώνεται ο αριθμός των πιθανώς φυσιολογικών ισχίων, τα οποία η υποκειμενική κλινική εξέταση και η πιθανή ανασφάλεια του εξεταστή θα οδηγήσει σε πραγματική υπερθεραπεία. Αντιθέτως, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι η παλαιά μέθοδος (κλινική εξέταση και ακτινολογικός έλεγχος) οδηγούν σε υποθεραπεία, μια και οδηγούν σε απώλεια διαγνώσεως και/ή καθυστέρηση έναρξης θεραπείας.
Και επειδή τα πάντα καταλήγουν να ερμηνεύονται με οικονομικούς όρους, έχει διατυπωθεί η άποψη, αν και δεν έχει ακόμα αποδειχθεί, ότι η υποχρεωτική διενέργεια του υπερηχογραφικού ελέγχου του ισχίου έως την 6η εβδομάδα δεν επιβαρύνει το συνολικό κόστος του συστήματος υγείας .
Άλλοι συγγραφείς θεωρούν την απόφαση περισσότερο πολιτική και λιγότερο οικονομική . Δηλαδή το κόστος της διάγνωσης δεν πρέπει να βαίνει εις βάρος της ποιότητας των υπηρεσιών ενός συστήματος υγείας.
Βεβαίως, η πραγματική αξία του υπερηχογραφικού ελέγχου του νεογνικού ισχίου θα αποδειχθεί εάν διαπιστωθεί μελλοντικά ότι το ποσοστό των ολικών αρθροπλαστικών του ισχίου που πραγματοποιούνται σε ισχία πάσχοντα από ΑΝΙ παρουσιάσει πραγματική μείωση ως ποσοστό του συνόλου των ολικών αρθροπλαστικών. Οι στατιστικές αυτές θα είναι δυνατό να πραγματοποιηθούν μετά από 10-20 χρόνια, δεδομένου ότι η υπερηχογραφική εξέταση του ισχίου άρχισε τη 10ετία του 1980 και επισημοποιήθηκε ουσιαστικά τη 10ετία του 1990. Επομένως αδιάβλητες στατιστικές για τη χρησιμότητα του υπερηχογραφικού ελέγχου του νεογνικού ισχίου θα έχουμε όταν «μεγαλώσουν» ηλικιακά τα πρώτα μωρά που εξετάστηκαν τη 10ετία του 1980-90.
Ωστόσο υπάρχουν πολλά στοιχεία που υποστηρίζουν τον υπερηχογραφικό έλεγχο του νεογνικού ισχίου.
Η υποχρεωτική εφαρμογή του υπερηχογραφικού ελέγχου του νεογνικού ισχίου έχει οδηγήσει σε ραγδαία μείωση του αριθμού των ανοικτών (χειρουργικών) ανατάξεων των παθολογικών ισχίων στις χώρες που εφαρμόστηκε, συγκριτικά με τον αριθμό των ανοικτών ανατάξεων που πραγματοποιήθηκαν σε χώρες όπου ο υπερηχογραφικός έλεγχος του ισχίου δεν είναι υποχρεωτικός και στις οποίες η ανίχνευση της ΑΝΙ βασίζεται στην παραδοσιακή κλινική εξέταση και τον κλασσικό ακτινολογικό έλεγχο.
Έτσι στις κεντροευρωπαϊκές χώρες όπως Αυστρία, Γερμανία, Τσεχία, όπου ο υπερηχογραφικός έλεγχος του ισχίου είναι υποχρεωτικός, η συχνότητα των ανοικτών ανατάξεων του ισχίου ανέρχεται περίπου στις 1-2 ανά 10.000 γεννήσεις, ενώ σε χώρες όπως Μ. Βρετανία, Νορβηγία, η συχνότητα των χειρουργικών επεμβάσεων σε παθολογικά ισχία είναι 10πλάσια, δηλαδή περιπου 10 ανά 10.000 γεννήσεις.
- Συμπέρασμα:
Ο υπερηχογραφικός έλεγχος του νεογνικού ισχίου αποτελεί ένα όχι μόνο χρήσιμο, αλλά και απαραίτητο εργαλείο για την ολοκληρωμένη παρακολούθηση του εξελισσόμενου ισχίου, ακριβώς στην κρίσιμη περίοδο που αυτό παίρνει την τελική του διαμόρφωση.
Ακόμα και σήμερα, δεν έχει περάσει στις βασικές γνώσεις του ορθοπεδικού η πραγματικά ρευστή κατάσταση στην οποία βρίσκεται το ισχίο τις πρώτες εβδομάδες μετά τη γέννηση. Η θέσπιση της υπερηχογραφικής εξέτασης του νεογνικού ισχίου ως υποχρεωτικής, όπως συμβαίνει σε κεντροευρωπαϊκές χώρες, μάλλον θα αποτελέσει μονόδρομο και για τη χώρα μας, ιδιαίτερα όταν η γνώση του αναπτυσσόμενου ισχίου εδραιωθεί στην επιστημονική και ιδιαίτερα την ορθοπεδική κοινότητα.